ζιζανιόπληκτος weed-infested
Creator: | |
Language pair: | grec vers anglais |
Definition / notes: | Στις ζιζανιόπληκτες περιοχές, εάν στα αγροτεμάχια που έχουν τεθεί υπό καθεστώς απόσυρσης παρατηρείται ανάπτυξη πολυετών επιβλαβών ζιζανίων όπως βέλιουρας, ... www.minagric.gr/greek/data/apof48493.doc |
Your current localization setting
français
Close search