Glossary entry (derived from question below)
Greek term or phrase:
υδροφορία
English translation:
water-bearing capacity, ground water capacity
Added to glossary by
Spiros Doikas
Sep 28, 2008 14:58
15 yrs ago
4 viewers *
Greek term
υδροφορία
Greek to English
Science
Geology
γεωλογια περιοχής
Στους υποκείμενους Νεογενείς σχηματισμούς, λόγω της έντονης ανομοιομορφίας και των διαδοχικών εναλλαγών υδατοπερατών και σχετικά υδατοστεγανών σχηματισμών, είναι δυνατόν να αναπτύσσονται εντός των αδρομερών μελών τους επικρεμάμενοι υδροφόροι ορίζοντες, εποχιακοί και μικρής δυναμικότητας, οι οποίοι εκτονώνονται με μικροαναβλύσεις ή διαποτίζουν τις αργιλικές στρώσεις οι οποίες τους περιβάλλουν. Κατ' ανάλογο τρόπο, η παρουσία αμμωδών και αμμοχαλικωδών ενστρώσεων και φακών εντός ενός υδατοστεγανού αργιλομιγούς περιβάλλοντος, είναι δυνατόν να διαμορφώνει εποχιακή επι κρεμάμενη υδροφορία.
Proposed translations
(English)
4 +1 | water-bearing capacity | Spiros Doikas |
Change log
Sep 28, 2008 15:13: Spiros Doikas changed "Edited KOG entry" from "<a href="/profile/804943">Tetta's</a> old entry - "υδροφορία"" to ""water-bearing capacity""
Proposed translations
+1
8 mins
Selected
water-bearing capacity
http://www.google.gr/search?q="water-bearing capacity&ie=utf...
Τέλος ο όρος υδροφορία περιγράφει ποσοτικά την ιδιότητα κάτι να φέρει νερό· έτσι μπορούμε να έχουμε σε ένα υδρολογικό έτος υψηλή υδροφορία και σε ένα άλλο χαμηλή (ανάλογα αν υπήρχε πολύ ή λίγο νερό). Ως συνώνυμος με την υδροφορία έχει χρησιμοποιηθεί ο όρος υδραυλικότητα, ο οποίος καλύτερα ταιριάζει στα υδραυλικά κονιάματα.
http://www.itia.ntua.gr/dk-el/hydroglossica/orologia
--------------------------------------------------
Note added at 11 mins (2008-09-28 15:10:48 GMT)
--------------------------------------------------
ή
ground water capacity
http://www.google.gr/search?q="ground water capacity&ie=utf-...
See also:
perched water table
Επικρεμάμενος υδροφόρος ορίζοντας
Τέλος ο όρος υδροφορία περιγράφει ποσοτικά την ιδιότητα κάτι να φέρει νερό· έτσι μπορούμε να έχουμε σε ένα υδρολογικό έτος υψηλή υδροφορία και σε ένα άλλο χαμηλή (ανάλογα αν υπήρχε πολύ ή λίγο νερό). Ως συνώνυμος με την υδροφορία έχει χρησιμοποιηθεί ο όρος υδραυλικότητα, ο οποίος καλύτερα ταιριάζει στα υδραυλικά κονιάματα.
http://www.itia.ntua.gr/dk-el/hydroglossica/orologia
--------------------------------------------------
Note added at 11 mins (2008-09-28 15:10:48 GMT)
--------------------------------------------------
ή
ground water capacity
http://www.google.gr/search?q="ground water capacity&ie=utf-...
See also:
perched water table
Επικρεμάμενος υδροφόρος ορίζοντας
Peer comment(s):
agree |
Evi Prokopi (X)
6 hrs
|
4 KudoZ points awarded for this answer.
Comment: "Σπύρο, για άλλη μία φορά, ευχαριστώ."
Discussion