Mauerbank 1. надзид; 2. Mauerlatte (надзидна греда; столица)- [австр.]

Creator:
Language pair:Γερμανικά σε Βουλγαρικά
All of ProZ.com
  • All of ProZ.com
  • Αναζήτηση όρου
  • Εργασίες
  • Φόρουμ
  • Multiple search