Translation glossary: Air conditioning

Creator:
Filter
Reset
Showing entries 501-550 of 802
« Prev Next »
 
outlet connectionσύνδεση εξόδου 
Αγγλικά σε Ελληνικά
outlet stubστόμιο εξόδου, απόληξη; 
Αγγλικά σε Ελληνικά
outside of tolerancesδεν ανταποκρίνονται στα όρια ανοχών 
Αγγλικά σε Ελληνικά
overhaulεπιθεώρηση 
Αγγλικά σε Ελληνικά
overloadυπερφόρτωση 
Αγγλικά σε Ελληνικά
overload relaysθερμικά 
Αγγλικά σε Ελληνικά
packaged(monoblock, fr.) ενιαίος, αυτόνομος 
Αγγλικά σε Ελληνικά
packing materialυλικά συσκευασίας 
Αγγλικά σε Ελληνικά
pant sectionπαντελόνι 
Αγγλικά σε Ελληνικά
partial loadμερικό φορτίο 
Αγγλικά σε Ελληνικά
particles in suspensionαιωρούμενα σωματίδια 
Αγγλικά σε Ελληνικά
passδίοδος 
Αγγλικά σε Ελληνικά
petcockβάνα εκκένωσης 
Αγγλικά σε Ελληνικά
phase imbalanceαστάθεια φάσεων 
Αγγλικά σε Ελληνικά
phase lossαπώλεια φάσης 
Αγγλικά σε Ελληνικά
phase reversalαναστροφή φάσης 
Αγγλικά σε Ελληνικά
phase voltage unbalanceμεταβολή της τάσης μεταξύ των φάσεων 
Αγγλικά σε Ελληνικά
phosphoricφωσφορικό 
Αγγλικά σε Ελληνικά
PID controlσύστημα ελέγχου PID 
Αγγλικά σε Ελληνικά
pierceανοίξτε οπές, τρυπήστε 
Αγγλικά σε Ελληνικά
pinπειράκι 
Αγγλικά σε Ελληνικά
pistonπιστόνι 
Αγγλικά σε Ελληνικά
plateπλάκα ηλεκτρικής λυχνίας; 
Αγγλικά σε Ελληνικά
polarityπολικότητα 
Αγγλικά σε Ελληνικά
polishing copoundστιλβωτικό προϊόν 
Αγγλικά σε Ελληνικά
portable unitφορητή μονάδα 
Αγγλικά σε Ελληνικά
positioning pinπειράκι ασφαλείας 
Αγγλικά σε Ελληνικά
positive displacementπαλινδρομική κίνηση 
Αγγλικά σε Ελληνικά
positive displacementπαλινδρομικός 
Αγγλικά σε Ελληνικά
positive displacement pumpπαλινδρομική αντλία 
Αγγλικά σε Ελληνικά
positive pressureθετική πίεση 
Αγγλικά σε Ελληνικά
power cablesκαλώδια τροφοδοσίας 
Αγγλικά σε Ελληνικά
power factorπαράγοντας ισχύος 
Αγγλικά σε Ελληνικά
power panelπίνακας ισχύος 
Αγγλικά σε Ελληνικά
power receptacleακροδέκτης 
Αγγλικά σε Ελληνικά
power supplyηλεκτρική παροχή ισχύος 
Αγγλικά σε Ελληνικά
precharged lineπροπληρωμένη γραμμή 
Αγγλικά σε Ελληνικά
precision groundλειανθεί 
Αγγλικά σε Ελληνικά
preset switchδιακόπτης ρυθμίσεων (προηγούμενων ρυθμίσεων;) 
Αγγλικά σε Ελληνικά
pressπιέστε 
Αγγλικά σε Ελληνικά
pressostatπιεζοστάτης 
Αγγλικά σε Ελληνικά
pressure conduitκλειστός αγωγός υπό πίεση 
Αγγλικά σε Ελληνικά
pressure dropπτώση πίεσης 
Αγγλικά σε Ελληνικά
pressure gaugesπιεζόμετρα, μανόμετρα 
Αγγλικά σε Ελληνικά
pressure regulating valveρυθμιστικό πίεσης 
Αγγλικά σε Ελληνικά
pressure vessels code approvalκανονισμός κατασκευής 
Αγγλικά σε Ελληνικά
pressurizedυπό πίεση 
Αγγλικά σε Ελληνικά
proceduresδιαδικασίες 
Αγγλικά σε Ελληνικά
propeller type fanανεμιστήρας τύπου πτερωτής 
Αγγλικά σε Ελληνικά
protectionασφαλιστικός μηχανισμός 
Αγγλικά σε Ελληνικά
« Prev Next »
All of ProZ.com
  • All of ProZ.com
  • Αναζήτηση όρου
  • Εργασίες
  • Φόρουμ
  • Multiple search