Translation glossary: My Glossary

Creator:
Filter
Reset
Showing entries 251-300 of 744
« Prev Next »
 
съкращавамentlassen 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
съединително-тъканна ложаconnective tissue pouch 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
страница на вратаdoor frame (in this case: rough door opening) 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
стойка решеткаKühlergrill (Kühler); Grill-Befestigung 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
столицаpurlin 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
средно общообразователно училищеComprehensive School (UK) 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
савакsluice gate 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
самостоятелен балансJahresabschluss (Bilanz, Gewinn- und Verlustrechnung, Anhang) 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
самофактуриранеGutschrift 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
саморазливен подselbstverlaufende Bodenbeschichtung 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
самонасочваща диагностикаAutodiagnose (уред за диагноза на МПС) 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
самоосигуряващо се лицеSelbstversicherter / Selbstversicherte 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
сапанджияslinger 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
светли (зидарски неизмазани) площи;unrendered (masonry) 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
сигналчик-супалангист; машинист-крановикEinweiser / Lademeister ; Brückenkranführer / Portalkranführer 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
сигнална уредба на автомобилKFZ-Alarmanlage; Auto-Alarmanlage; Alarmanlage 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
скрити работи (зад стенни покрития)invisible/unseeable construction works behind panels, claddings, coverings, etc. 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
сключен (свързани по между си улици, алеи, пътеки и т.п.)interconnected (streets, paths, lanes, etc.) 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
скокообразен растежa stepwise growth; a soaring growth; to increase by leaps and bounds; to skyrocket, etc..., fluctuating growth/ exponential grow 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
слузно езерцеSchleimansammlung / Flüssigkeitsansammlung / Nüchternsekret ("Schleimsee") im (Magen)Fundus 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
словен изразmonogram; grapheme (a motif made by overlapping or combining two or more letters or other graphemes to form one symbol): 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
сопло-е Strahldüse,-n 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
справка за имотното състояние(personal) assets declaration (form); property declaration (form), attestation of the financial standing (or status) 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
серЖсерумно желязо -> Serum-Eisen, Serumeisen 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
семейно-битов характер(smth contains data on / data relating to) family background and living conditions 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
семенилищеtree seed nursery 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
устообразна тръбаmouth-shaped 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
усилителstrengthener 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
учебно-производствена дейностBerufs- und Arbeitspraxis 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
улична регулацияstreet plan 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
уловкаlure, catch, ruse 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
шеметна надпревараlightning/breathtaking/heady/rat race; rushed headlong; a race against time, mad race / frantic race 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
тройка1. utility pole (with three phase wires); 2. cap and spin insulator string (изолат. чашки, комплект от 3 бр.) 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
треморограмаBestimmung eines Tremorausmaßes 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
тахидиспнеяtachydyspnoea (UK) / tachydyspnea (US) 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
тазов резервоарpelvic pouch 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
тазови резервоариHarnblase und Rektum 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
типова конструкция за мачтов ТПdistribution transformer; pole-mount(ed) transformer; pole pig 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
тотален тираж при дишанеvertiefte angestrengte Atmung mit Einziehungen am Brustkorb 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
точково фундиранеspot/pad footing 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
товарна гараfreight railroad station, railway cargo station/terminal, goods station (BE); freight terminal; freight depot; depot (AmE); yard 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
токова линияstreamline / laminar flow 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
тестоват отокpitting oedema (edema) 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
фусfoundation, base, foot(ing) 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
финансовото ми възнаграждение е нискоto be low paid; to be underpaid; poor remuneration; 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
цилиндрични трупи с кантa bevel edge log 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
чуденкаWhat I can't put/get/wrap my head around is... 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
човещинкаHuman touch 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
човек на изкуствотоartist 
Βουλγαρικά σε Αγγλικά
челен товарач1. Radlader (земе/из/копна машина), 2. Frontlader, 3. Frontstapler 
Βουλγαρικά σε Γερμανικά
« Prev Next »
All of ProZ.com
  • All of ProZ.com
  • Αναζήτηση όρου
  • Εργασίες
  • Φόρουμ
  • Multiple search